- ὑποφίαλα
- ὑποφίᾱλα , ὑπό-φιάλλωundertakeaor ind act 1st sg (attic)ὑποφίᾱλα , ὑπό-φιάλλωundertakeaor ind act 1st sg (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υποφίαλα — τὰ, Μ (ενν. κηρία) κεριά τα οποία ήταν τοποθετημένα σε κηροπήγια κάτω από φιάλη για να μην σβήνουν από τον αέρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + φιάλη] … Dictionary of Greek